Βυζαντινή περίοδος (324 – 1453)

Κατά τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες το νησί του Αγίου Ευστρατίου πρέπει να ήταν κατοικημένο, ενώ κατά τη διάρκεια της μεσοβυζαντινής περιόδου, λόγω των αραβικών πειρατικών επιδρομών το νησί μάλλον ερημώθηκε. Έτσι όταν το 813 αποβιβάστηκε στο νησί ο όσιος Ευστράτιος ο θαυματουργός συνάντησε δύο μόνον ανθρώπους.[1]

Το νησί του Αγίου Ευστρατίου, το οποίο χαρακτηρίζεται ως «νῆσος τῶν νέων» τον Αύγουστο του 1021, σύμφωνα με χρυσόβουλλο που απέλυσε ο Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος (976-1025), προσαρτήθηκε στη Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους.[2]

Το νησί μαρτυρείται εκ νέου με αφορμή το γεγονός της προσάρτησής του στη Μονή Μεγίστης Λαύρας, καθώς η βυζαντινή γραμματεία κατά την προσφιλή της συνήθεια επαναλάμβανε σε κάθε ανανέωση προνομίων που παραχωρούσε το προϋπάρχον φορολογικό καθεστώς. Έτσι σε Χρυσόβουλλο σιγίλλιο του Νικηφόρου Γ΄ Βοτανειάτη (1078-1081) που απελύθηκε τον Ιούλιο του 1079, αναφέρεται:

«Τὰ δὲ δ{ήπ]ου εἰσὶν ἐπικύρωσ(ις) τ(ῆ)ς ἐπὶ τῆ νήσω τῶν Νέων πρὸς {τὴν} μον(ὴν) τῶν Μελαν(ῶν) προαπολυθείσ(ης) χρυσοϐούλλ(ου) δωρε(ᾶς), (καὶ) τ{ῆς} τοῦ δημοσίου τ(ῆς) τοιαύτ(ης) νήσου ἐκκοπ(ῆς) (καὶ) συμ{πα}θ(είας) ἐξιτήλου μὲν χρόνω γενομ(έ)ν(ης) καὶ διαρρυείσ(ης), οὐδὲν δὲ ἧ{τ}το{ν ἀμ}φισϐητησί(μου) γενομ(έ)ν(ης) ὡς ἀκαταστρώτ(ου) περιλειφθείσ(ης), (καὶ) δ{ιὰ τ}οῦτο (καὶ) εἰς ἀ{παί{τη(σιν) ἀπολυθείσης· (καὶ) γὰρ ἐμμείνας ὁ βασιλ(εὺς) τῆ {παλαι] γε{ν}εῖ δωρεᾶ, (καὶ) τῆ πρὸ μακροῦ γεγε{νη}μ(έ)ν(η) {συμ}παθ(εία) τοῦ δημοσ(ίου), παρεκελεύσατο τ(ὴν) μὲν νῆσον τῶν Νέ(ων) αὖθ(ις) εἶναι παρὰ τῆ μο(νῆ) τῶν Μελανῶν, ἀλλὰ δὴ (καὶ) τὴν συμπάθ(ειαν) μένειν ἀνεπόρθωτον, μόνα δὲ τὰ τυπωθ(έν)τ(α) δύο νο(μίσματα) παρὰ τ(ῆς) τοιαύτ(ης) μο(νῆς) τελεῖσθ(αι) (καὶ) πλεόν μηδέν» [διατηρείται η γραφή (διάστιξη και ορθογραφία) και τα σημεία της διπλωματικής έκδοσης του εγγράφου].[3]

Το νησί του Αγίου Ευστρατίου ως κτήμα της μονής, γνώρισε δημογραφική και οικονομική άνθηση, και μάλλον κατά την περίοδο αυτή τοποθετείται χρονικά η δημιουργία του νεώτερου προσεισμικού οικισμού του νησιού, καθώς μάλιστα δείγματα βυζαντινής περιόδου έχουμε στον οικισμού του Αγίου Μηνά.[4]

Κατά τον 13ο και 14ο αι., περίοδο πειρατικών επιδρομών στο Αιγαίο αλλά και της πρώτης εμφάνισης των Οθωμανών Τούρκων στα μικρασιατικά παράλια, εύλογα οι κάτοικοι κατέφευγαν για λόγους προστασίας σε κρύπτες, σπήλαια και άλλες ερημικές τοποθεσίες. Στο νησί του Αγίου Ευστρατίου πάνω από την τοποθεσία Άγιος Κωνσταντίνος, στο Αλωνίτσι σώζεται σπήλαιο-κρύπτη που χαρακτηρίζεται ως «Καταφύγι». Μάλιστα το σπήλαιο-κρύπτη αυτό συνδέεται με το μύθο, την παράδοση εκείνη που είναι γνωστή σε όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου, ότι δηλαδή επιδρομείς-πειρατές κατέσφαξαν τους κατοίκους που αναζήτησαν εκεί προστασία, αφού πρώτα ανακάλυψαν το «κουβάρι της γριάς».[5]

            Στα μέσα του 14ου αι. τα νησιά του ΒΑ Αιγαίου περιήλθαν στην εξουσία των Γενουατών (1355-1479), όταν ο Γενουάτης τυχοδιώκτης Φραγκίσκος Κατελούτσι νυμφεύτηκε την αδελφή του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου (1341-1391), Μαρία Παλαιολογίνα και δέχτηκε ως γαμήλιο δώρο το νησί της Λέσβου. Στο σύμπλεγμα των νησιών αυτών (Λέσβος, Λήμνος, Τένεδος, Ίμβρος, Σαμοθράκη, Θάσος) πρέπει, μολονότι δεν υπάρχουν στοιχεία, να συμπεριλαμβάνεται και ο Άγιος Ευστράτιος. Μοναδική ένδειξη που ενισχύει την παραπάνω υπόθεση είναι η ονομασία για το «Κάστρο» του χωριού και «Της χώρας το πηγάδι» ως «Γενοβέζικα».[6]   

            Επίσης υπόθεση αποτελεί ότι το νησί μέχρι και την τελευταία του ερήμωση, μετά το 1400, εξακολουθούσε να ανήκει στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας.[7]


 

[1] Βλ. Ιω. Γιάννος, Ιστορία 83.
[2] Βλ. Ιω. Γιάννος, Ιστορία 83.
[3] Βλ. τη διπλωματική έκδοση του εγγράφου στο Actes de Lavra. Première partie, Des origines à 1204, στη σειρά Archives de lAthos, έκδοση από P. LemerleA. GuillouN. SvoronosD. Papachryssanthou, Paris 1970, όπου είναι το υπ’ αριθμόν 38 έγγραφο, αυτόθι στίχοι 5-16, σελ. 218. Επίσης και τα σχόλια που προτάσσουν του κειμένου οι εκδότες στη σελ. 217.
[4] Βλ. Ιω. Γιάννος, Ιστορία 85.
[5] Βλ. Ιω. Γιάννος, Ιστορία 86.
[6] Βλ. Ιω. Γιάννος, Ιστορία 86.
[7] Βλ. Ιω. Γιάννος, Ιστορία 86 και ιδιαίτερα αυτόθι 86-88, όπου παρατίθενται δύο σχετικά με την ερήμωση «εκδοτήρια γράμματα» που αναφέρονται στην τελευταία ερήμωση του νησιού από τους Τούρκους.

 Επιστροφή